Τρίτη 18 Ιουνίου 2013


ΟΜΙΛΙΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΣΥΡΡΑΚΙΩΤΕΣ ΠΡΕΒΕΖΑΝΟΥΣ


  Κυρίες και κύριοι,

   H Πρέβεζα και το Συρράκο συναντήθηκαν οικονομικά, δημογραφικά και κοινωνικά ήδη από τις αρχές του 17ου αιώνα. Aπό τότε οι κάτοικοί τους ανέπτυξαν σχέσεις και η Πρέβεζα έγινε το χειμωνιάτικο Συρράκο. Προκειμένου να γίνει μνεία και αναφορά στο έργο των Πρεβεζάνων Συρρακιωτών και τη συμβολή τους στην οικονομική και πολιτισμική ανόρθωση της Πρέβεζας ιδιαίτερα τους δύο προηγούμενους αιώνες, θεωρώ σωστό να αναφερθώ με συντομία στην ιστορική πορεία του Συρράκου και την παράλληλη ενσωμάτωση των Συρρακιωτών στην κοινωνία της Πρέβεζας στο πέρασμα του χρόνου.

  Γύρω στο 1480 το Συρράκο μαζί με τα υπόλοιπα ορεινά χωριά της περιοχής υποτάχτηκε στους Τούρκους, αφού όμως πρώτα εξασφάλισε μια προνομιακή φορολογική μεταχείριση και ένα είδος αυτονομίας που έδωσαν οι Τούρκοι για να ασφαλίσουν τα νώτα τους κατά την εκστρατεία τους στην Ιταλία. Το προνομιακό αυτό καθεστώς οδήγησε σταδιακά το χωριό στην ανάπτυξη και την ευημερία. Όταν μετά το 1600 αναπτύχθηκε η νομαδική κτηνοτροφία του Συρράκου και τα Συρρακιώτικα Τσελιγκάτα κυριαρχούσαν στην περιοχή, από τον κάμπο της Άρτας μέχρι το Ιόνιο και από το Ζάλογγο μέχρι και το Άκτιο, η Πρέβεζα ήταν ένας μικρός οικισμός, γύρω από το κάστρο της Μπούκας, με μεικτό πληθυσμό από Έλληνες και Τούρκους. Οι αρχηγοί των τσελιγκάτων κατέβαιναν συχνά στην Πρέβεζα, όχι μόνο για να αγοράσουν και να πουλήσουν αλλά και για να συναντηθούν και να ενημερωθούν για προβλήματα που τους ενδιέφεραν όλους. Έτσι τα τσαρουχάδικα, τα ραφτάδικα και τα μαγαζιά που σύχναζαν οι τσελιγκάδες αποτέλεσαν τον πρώτο πυρήνα Συρρακιωτών στην Πρέβεζα, ο οποίος το καλοκαίρι διαλυόταν, γιατί όλοι πήγαιναν στο Συρράκο. Οι κτηνοτρόφοι έφευγαν για τις βοσκές, οι τσαρουχάδες ακολουθούσαν τους πελάτες τους, οι ράφτες για να κάνουν τις προμήθειές τους, και το σημαντικότερο επειδή εκεί έμεναν οι οικογένειές τους, καθώς δεν τολμούσαν να τις φέρουν στην Πρέβεζα λόγω του ανθυγιεινού κλίματος και της ελονοσίας. Έτσι, στα τέλη του 18ου αιώνα ο πληθυσμός έφτασε τις 4000 κατοίκους. Τα δεκάδες χιλιάδες πρόβατα που έβοσκαν στις πλαγιές της Πίνδου αποτελούσαν αρχικά τη βάση της οικονομίας του χωριού. Στα κτηνοτροφικά προϊόντα στηρίχτηκε αργότερα η βιοτεχνία μάλλινων υφασμάτων και το εμπόριο. Μόνοι τους ανέπτυξαν τη βιοτεχνία υφασμάτων και την πώλησή τους στον Ελλαδικό χώρο και στα λιμάνια των πόλεων της Βορειοδυτικής Μεσογείου.

Μετά την παραχώρηση των προνομίων στους κατοίκους της Πρέβεζας από τους Βενετούς το 1741, ο πληθυσμός της άρχισε να αυξάνεται. Η ανάπτυξη του ελαιώνα, της αλιείας και η επικοινωνία της με τους ναυτικούς δημιούργησαν πολύ καλή αγορά για τα μάλλινα υφάσματα, με τα οποία ντύνονταν σχεδόν όλοι οι κάτοικοι στην προβιομηχανική εποχή. Στην Πρέβεζα έρχονταν με τα υφάσματά τους το Σεπτέμβριο και έφευγαν τα Χριστούγεννα. Μετά τις γιορτές είχαν αναδουλειές. Η τακτική αυτή συνεχίστηκε μέχρι την καταστροφή του Συρράκου το 1821 και την εγκατάλειψή του από τους κατοίκους του. Στις 23 Νοεμβριου 1912 το Συρράκο απελευθερώθηκε από τους Τούρκους. Δύο νέοι παράγοντες όμως εμφανίστηκαν και επηρέασαν καταλυτικά την οικονομία του χωριού: Η βιομηχανική επανάσταση και οι απαλλοτριώσεις στην Ελλάδα. Με τη βιομηχανική παραγωγή ήδη από το 19ο αιώνα στις αγορές της Ευρώπης ο μουσαμάς και τα αδιάβροχα αντικατέστησαν τις περίφημες μάλλινες συρρακιώτικες κάπες. Η βιοτεχνία γνωρίζει μεγάλη κρίση και οι έμποροι αρχίζουν να εγκαταλείπουν το Συρράκο. Η κατάσταση αυτή οδήγησε τους Συρρακιώτες στην Πρέβεζα, που ήταν διαμετακομιστικό κέντρο της Ηπείρου. Ήρθαν στην πόλη οι ραφτάδες, μια από τις κοινωνικές τάξεις του Συρράκου. Αν λάβουμε υπόψη μας ότι στη Λάμαρη tην πεδιάδα που απλώνεται από το Λουρο μέχρι τις παρυφές της αρχαίας Νικόπολης, ξεχείμαζε η άλλη κοινωνική ομάδα του Συρράκου, οι κτηνοτρόφοι, γίνεται κατανοητό πως η ανάπτυξη της τυροκομίας προσέλκυσε όσους Συρρακιώτες ασχολούνταν με το εμπόριο, αφού λόγω καταγωγής είχαν εξασφαλισμένη την προτίμηση των κτηνοτρόφων. Η συγκέντρωση εμπορευομένων εξάλλου στην Πρέβεζα και το ξεχείμασμα των κτηνοτρόφων στη Λάμαρη προσέλκυσαν και όσους ασκούσαν τέχνες. Πρόκειται για τσαγκάρηδες, τσαρουχάδες, καποτάδες, ραφτάδες και μπακάληδες. Πολλοί από αυτούς εγκαθίστανται μόνιμα σε πεδινές περιοχές και κυρίως στην Πρέβεζα, που με το λιμάνι της ήταν τότε το σημαντικότερο εισαγωγικό και εξαγωγικό κέντρο της Ηπείρου. Έτσι, τουλάχιστον από τα τέλη του 19ου αιώνα, οι Συρρακιώτες έμποροι κατοικούσαν στην κεντρική αγορά και την παραλία της Πρέβεζας και είχαν στα χέρια τους το τυρεμπόριο της περιοχής, ένα μεγάλο μέρος του εισαγωγικού και εξαγωγικού εμπορίου του λιμανιού καθώς και χάνια, ελαιοτριβεία και σαπουναριά.

Μετά την παρακμή του εμπορίου του Συρράκου ακολουθεί μεγάλη κρίση και στον τομέα της κτηνοτροφίας. Με τις απαλλοτριώσεις των μεγάλων κτημάτων γύρω στα 1924-1925 για την αποκατάσταση των προσφύγων της Μικρασιατικής καταστροφής τα παλιά χειμωνιάτικα βοσκοτόπια περιορίστηκαν σημαντικά. Το μεγαλύτερο χειμαδιό των Συρρακιωτών, η Λάμαρη, εγκαταλείφθηκε. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα την αναγκαστική μετακίνηση των κτηνοτρόφων στα Γιάννινα, στον Κάμπο της Άρτας, στο Άκτιο και στον Ελαιώνα της Πρέβεζας. Πολλοί από αυτούς λόγω έλλειψης βοσκοτόπων αναγκάστηκαν να πουλήσουν τα πρόβατα και να εργαστούν ως τυροκόμοι. Άλλοι Συρρακιώτες αναγκάστηκαν να εργαστούν ως πλανόδιοι μικροπωλητές, αγωγιάτες, εργάτες και αργότερα,μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο στην Πρέβεζα ως τοματοκαλλιεργητές. Άλλη οικονομική δραστηριότητα την οποία ανέπτυξαν οι Συρρακιώτες ήταν η αγελαδοτροφία βελτιωμένων γαλακτοπαραγωγικών ζώων.

Από τις δραστηριότητες των Συρρακιωτών της Πρέβεζας σημαντική είναι και η ενασχόλησή τους με τις συγκοινωνίες, θαλάσσιες και χερσαίες, στις οποίες κυριαρχούσαν στο λιμάνι της Πρέβεζας και της Σαλαώρας. Όλοι οι ναυτικοί πράκτορες Συρρακιώτικης καταγωγής είχαν μεγάλες ακίνητες περιουσίες και ήταν πλούσιοι. Παράλληλα ασχολούνταν και με άλλες επιχειρήσεις, οι περισσότεροι ήταν και πράκτορες ασφαλειών, όπως οι Μπαλτατζής, Λ.Πάλιος της Αδριατικής, ο Ζαλοκώστας. Τρία ξενοδοχεία, τα «Αβέρωφ», «Δωδώνη» και «Αθήναι» καθώς και πέντε χάνια, με 30 δωμάτια συνολικά, ήταν σε Συρρακιώτικα χέρια, ενώ η διακίνηση των αλεύρων οδήγησε στην ανάπτυξη των φούρνων, πολλούς από τους οποίους κατείχαν Συρρακιώτες. Πετυχημένοι έμποροι δημιούργησαν μεγάλες περιουσίες, αλλά ποτέ δεν ξέχασαν την ιδιαίτερη πατρίδα τους, το Συρράκο. Πολλοί από αυτούς αναδείχτηκαν σε μεγάλους ευεργέτες, συνεχίζοντας την παράδοση των μεγάλων βλάχων εθνικών ευεργετών. Άλλοι αναμείχτηκαν με την πολιτική κατέχοντας σπουδαίες πολιτικές θέσεις, ενώ άλλοι πρόσφεραν τις υπηρεσίες τους στην πατρίδα κατά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Aξίζει ν’ αναφέρουμε λίγα λόγια γι’ αυτούς:

Λεωνίδας Τσόκος: Γεννήθηκε στην Πρέβεζα από Συρρακιώτες γονείς το 1892. Σπούδασε χημικός και είχε μεγάλη κτηματική περιουσία στην Πρέβεζα και σαπουνοποιείο. Στα μέσα της δεκαετίας του 1920 πολιτεύτηκε με το Λαϊκό κόμμα του Παναγή Τσαλδάρη. Επί σειρά ετών διετέλεσε βουλευτής Πρέβεζας. Το 1934 έγινε υπουργός-γενικός διευθυντής Ηπείρου, θέση που κατείχε μέχρι τη δικτατορία του Ιωάννη Μεταξά. Η κόρη του Ελένη υπήρξε σύζυγος του γνωστού υπερρεαλιστή ποιητή και ζωγράφου Νίκου Εγγονόπουλου.

Σπυρίδων Μπαλτατζής: Πολύ μικρός πήγε στο Παλέρμο της Ιταλίας, όπου οι θείοι του ασχολούνταν με τη βιοτεχνία και το εμπόριο. Αργότερα έφυγε για την Οδησσό της Ρωσίας, όπου απέκτησε τεράστια περιουσία από το εμπόριο. Το πατρικό του σπίτι, όπου στεγάζεται σήμερα η καφετέρια Ναυτίλος το άφησε με τη διαθήκη του στην κοινότητα του Συρράκου, για να προικίζονται από το εισόδημά τους τρία φτωχά κορίτσια από το Συρράκο.

Ιωάννης Μουστάκης: Με καταγωγή από το Συρράκο αγωνίστηκε στον ελληνοϊταλικό πόλεμο και το 1942 συνελήφθη από τις κατοχικές δυνάμεις και στάλθηκε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στην Ιταλία. Το 1951 εξελέγη δήμαρχος Πρέβεζας και επανεκλέγη το 1955. Στην οκταετία αυτή διοίκησε το δήμο με πρωτοβουλίες και ενέργειες δημιουργικές και πρωτοποριακές. Πολλά και σημαντικά έργα έγιναν επί δημαρχίας του, όπως η ανέγερση και εκμετάλλευση των Ιαματικών Λουτρών, το δίκτυο ύδρευσης της πόλης, η κατασκευή και λειτουργία του Δημοτικού σχολείου Ελαιώνα, για να μη μείνουν αγράμματα τα φτωχά Συρρακιωτόπουλα, ο ανθόκηπος της Βρυσούλας. Επίσης είναι αυτός που ξεκίνησε την απαλλοτρίωση του οικοπέδου, για την κατασκευή του Σταδίου.

Βασίλης Μουστάκης: Γεννήθηκε στην Πρέβεζα από Συρρακιώτη πατέρα. Ήταν ποιητής, πεζογράφος και εκδότης. Μαζί με το Φώτη Κόντογλου εκδίδει το περιοδικό «Κιβωτός». Στη δεκαετία του 1950 ασχολείται με τη δημοσιογραφία και συνεργάζεται σε εφημερίδες και περιοδικά. Πολυγραφότατος ασχολήθηκε με την ίδια επιτυχία με όλα τα είδη του λόγου: το μυθιστόρημα, το θέατρο, τα κριτικά δοκίμια, τις μεταφράσεις, την παιδική λογοτεχνία, τη βιογραφία και την ποίηση.

Κ. Μουστάκης, Χ.Τσόκος: Ανέπτυξαν οικονομικές δραστηριότητες και εξελίχθηκαν σε σημαντικούς οικονομικούς παράγοντες του τόπου και απέκτησαν μεγάλη ακίνητη περιουσία.

Λεωνίδας Κοντάκης: Σπουδαίος Συρρακιώτης μηχανικός της διασποράς που κατασκεύασε το ηλιακό ρολόι που τοποθετήθηκε στη νότια πλευρά του πύργου της Πρέβεζας και ένα μικρότερο στη γκούρα του Συρράκου.

Κωνσταντίνος Δούλης: Πετυχημένος δήμαρχος Πρέβεζας από το 1945 μέχρι το 19

Ιωάννης Ρίζος: Υπήρξε μεγάλος ευεργέτης του Συρράκου. Από το κληροδότημά του στην παραλία της Πρέβεζας η Κοινότητα Συρράκου έχει στην κατοχή της ισόγειο κατάστημα 160 τ.μ., όπου στεγάζεται η Τράπεζα Εurobank.

Aπόστολος Ρίζος: Το κτήριο όπου στεγάζεται το Λαογραφικό Μουσείο Συρρακιωτών Πρέβεζας είναι δωρεά του Συρρακιώτη ευεργέτη.


Χριστόφορος Ρίζος: Η εκκλησία της Αγίας Ειρήνης χτίστηκε σε οικόπεδο τεσσάρων στρεμμάτων που ανήκε στο κληροδότημα του Χριστόφορου Ρίζου. Μεταξύ των πολλών δωρεών του μεγάλου αυτού ευεργέτη ξεχωρίζει η παραχώρηση ενός ελαιοστασίου πολλών στρεμμάτων, για χρήση Νεκροταφείου, στην είσοδο της Πρέβεζας.

Λεωνίδας Πάλλιος: Συρρακιώτης γιατρός από την Πρέβεζα που διέθετε σαπουνοποιείο στις αρχές του 20ου αιώνα. Ο ίδιος δώρισε στην Κοινότητα Συρράκου το σπίτι του με το οικόπεδο δυτικά της κεντρικής πλατείας.

Χρήστος Μακρυγιάννης: Διετέλεσε δημοτικός σύμβολος της Πρέβεζας. Το 1956 δώρισε μαζί με τη μητέρα του ένα οικόπεδο τριών στρεμμάτων, για να χτιστεί το Δημοτικό σχολείο Ελαιώνα Πρέβεζας.

Γιάννης Ζιώγας: Στην περίοδο της Κατοχής, ως λοχαγός του ΕΛΑΣ, ήταν ένα από τα ηγετικά στελέχη της Εθνικής Αντίστασης στο Νομό Πρέβεζας.

Σπύρος Δήμας: Δικηγόρος της Πρέβεζας, ήταν ανιψιός του προέδρου της Κοινότητας Συρράκου Γεωργίου Δήμα. Υπήρξε διακεκριμένος μουσικοσυνθέτης και θεατρικός συγγραφέας.

Γ.Δήμας: Άσκησε το επάγγελμα του γιατρού στην Πρέβεζα και στο Συρράκο και ήταν από τους πρώτους ηπειρώτες που μετέβησαν στο Παρίσι για μεταπτυχιακές σπουδές.

Κ. Κόμνας: Συρρακιώτης γιατρός που πρόσφερε τις ιατρικές του υπηρεσίες στους συμπολίτες Πρεβεζάνους και Συρρακιώτες σε εποχή φτώχειας και αγωνίστηκε στην πρώτη γραμμή για την απελευθέρωση της Ηπείρου.

Τέλος, αξίζει ν’ αναφέρουμε και μία εκπρόσωπο της νεότερης γενιάς που με την προσφορά της στο χώρο του αθλητισμού έκανε όλους τους Έλληνες παγκοσμίως να ριγήσουν από συγκίνηση: Αθανασία Τσουμελέκα: Στους Ολυμπιακούς αγώνες του 2004 στην Αθήνα κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο στο επίπονο αγώνισμα των 20.000 μέτρων βάδην.

Οι Συρρακιώτες, όμως, πήραν την απόφαση να εγκατασταθούν μόνιμα στην πόλη αμέσως μετά το τέλος της Κατοχής. Δεν εγκαταστάθηκαν όμως ως αγρότες. Αντίθετα, η γεωργική ζωή ήταν έκφραση ξεπεσμού για τους Συρρακιώτες. Βασικό κίνητρο και σκοπός της τάσης για μόνιμη εγκατάσταση ήταν η αγωνία να αποκαταστήσουν επαγγελματικά τα αγόρια τους, το «κεραμίδι», όπως έλεγαν χαρακτηριστικά. Έτσι, εγκαθίστανται κατά μήκος της εθνικής οδού Πρέβεζας-Ιωαννίνων. Οι Συρρακιώτες πέρασαν στην καλλιέργεια, στη μεγάλη τους πλειοψηφία, στη δεκαετία του ’60. Δεν έφτιαξαν περιβόλια ούτε καλλιέργησαν κάτι άλλο εκτός από την τομάτα. Τα θερμοκήπια με τις ντομάτες ήταν το μέσο, για να κτίσουν ένα καλύτερο σπίτι,να καλοπαντρέψουν τα κορίτσια τους, να αποκαταστήσουν επαγγελματικά τα αγόρια τους,για μια πιο άνετη ζωή. Οι Συρρακιώτες, παρόλα αυτά, καθυστέρησαν να ενσωματωθούν στην πόλη. Υπήρχε έντονη η αίσθηση της ξεχωριστής ομάδας, που εκφράστηκε μέσα από τους γάμους οι οποίοι γίνονταν ως τα μέσα της δεκαετίας του ’70 μόνο ανάμεσα στα μέλη της κοινότητας, με τη διοργάνωση πανηγυριού, με την ίδρυση συνδέσμου για αλληλοϋποστήριξη και μύηση των νεότερων στον πολιτισμό της κοινότητας. Η σημερινή γενιά Συρρακιωτών αλλά και η παλιότερη συμπορεύονται αρμονικά και δημιουργικά με τον υπόλοιπο κοινωνικό ιστό της Πρέβεζας ακολουθώντας επαγγέλματα που έχουν σχέση με το εμπόριο, τα γράμματα και τις δημόσιες υπηρεσίες.

 Αγαπητοί  προσκεκλημένοι,

Στη σημερινή ομιλία προβάλαμε το έργο και τη συνεισφορά όλων εκείνων των Συρρακιωτών που ξεχώρισαν για την προσφορά τους στο κοινωνικό σύνολο σε μια εποχή δύσκολη, όπως η σημερινή που η χώρα μας δοκιμάζεται από μεγάλη οικονομική, πολιτική και κυρίως ηθική κρίση. Σήμερα, εποχή ραγδαίων εξελίξεων και έντονων αντιπαραθέσεων είναι αναγκαία η ανάπτυξη μιας επιχειρηματικότητας και η ενσωμάτωση δράσεων κοινωνικής συνεισφοράς. Και οι Συρρακιώτες έχουν αποδείξει πως με το επιχειρηματικό τους δαιμόνιο και την κοινωνική ευαισθησία που τους διακρίνει μπορούν στα βήματα των προγόνων τους να συνεχίσουν το δημιουργικό τους έργο στηρίζοντας και ενισχύοντας τις προσπάθειες ανόρθωσης τόσο της τοπικής κοινωνίας της Πρέβεζας όσο και της χώρας μας γενικότερα.
        Σας ευχαριστώ.

ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ 
ΤΑΞΗ: Γ΄ Γυμνασίου

Ενότητα 32η



  1. Να σχολιάσετε σύντομα τους όρους:επίστρατοι, κίνημα εθνικής άμυνας, εθνικός διχασμός.


  1. Να χαρακτηρίσετε τις προτάσεις που ακολουθούν (σωστό-λάθος) και να αναδιατυπώσετε τις λανθασμένες:

  • Οι απόψεις του Κωνσταντίνου έβρισκαν απήχηση στη μεγαλοαστική τάξη, ιδίως της Διασποράς.
  • Η λαϊκή τάξη κουρασμένη από τους βαλκανικούς πολέμους δεν επιθυμούσε τον πόλεμο.
  • Στις εκλογές του Μαϊου του 1915 ο Βενιζέλος κήρυξε την Ελλάδα σε επιστράτευση.
  • Μετά τη δεύτερη παραίτηση του Βενιζέλου ακολούθησαν εκλογές στις οποίες δε συμμετείχαν οι Φιλελεύθεροι.
  • Οι απόψεις του Βενιζέλου υποστηρίζονταν κυρίως από τα μικροαστικά στρώματα της ελληνικής κοινωνίας, καθώς και από τμήματα των ασθενέστερων τάξεων.
  • Η επιχείρηση κατάληψης των Δαρδανελίων είχε σκοπό να εμποδίσει η Αντάντ τη συνεχώς ενισχυόμενη γερμανική επιρροή στα Βαλκάνια.
  • Γερμανικά και βουλγαρικά στρατεύματα εισέβαλαν στη Δυτική Μακεδονία γνωρίζοντας ηρωική αντίσταση από τις ελληνικές δυνάμεις.
  • Το βασικό αίτημα του κινήματος της Εθνικής Άμυνας ήταν η συμμετοχή της Ελλάδας στο πλευρό της Αντάντ.
  • Τα λεγόμενα «Νοεμβριανά» ήταν επεισόδια που είχαν ως στόχο τους βασιλόφρονες, υποκινημένα από τους βενιζελικούς.
  • Ο Κωνσταντίνος ύστερα από αυστηρό αποκλεισμό που επέβαλε η Αντάντ στο λιμάνι του Πειραιά αποχώρησε αφήνοντας το γιο του Παύλο.

  1. Να συμπληρώσετε τα κενά στις παρακάτω φράσεις:
    • Βουλή των ……..
    • Στελέχη της βασιλικής παράταξης εξορίστηκαν στ……..
    • Πρωθυπουργός της φιλοβασιλικής κυβέρνησης ήταν ο ………
    • Το καλοκαίρι του 1916 διαμορφώθηκαν στην Ελλάδα δύο……
    • Η Βουλγαρία επιτέθηκε στ………………..και στη συνέχεια εισέβαλε στ…………
    • Γερμανοβουλγαρικές δυνάμεις κατέλαβαν το οχυρό………………στην Αν……………. Μ……….
    • Βενιζέλος έκρινε ότι η Ελλάδα έπρεπε να συμμαχήσει με τ……………..,     για  να ……………………..

4. Λαμβάνοντας υπόψη το κείμενο που ακολουθεί και αξιολογώντας τις ιστορικές σας γνώσεις να αναφερθείτε στα αίτια σύγκρουσης του βασιλιά με το Βενιζέλο και στα αποτελέσματά της
Η απόσταση ανάμεσα στους δύο άνδρες δεν είναι τυχαία. Ο Κωνσταντίνος και ο Βενιζέλος συνεργάστηκαν στους βαλκανικούς πολέμους, ως στρατιωτικός ηγέτης της Ελλάδας ο ένας ως διπλωματικός ο άλλος, και συνέχισαν μετά την ανάρρηση του Κωνσταντίνου στο θρόνο το 1913 , όταν δολοφονήθηκε ο πατέρας του. Η έκρηξη όμως του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου το επόμενο έτος οδήγησε σε μια ανεπανόρθωτη ρήξη μεταξύ τους. Ο βασιλιάς Κωνσταντίνος ήταν πεισμένος για την ανωτερότητα των γερμανικών όπλων κι ήθελε να παραμείνει η Ελλάδα ουδέτερη. Ο Βενιζέλος , εξίσου πεισμένος ότι θα θριάμβευε η Αντάντ, ήταν υπέρ της παρέμβασης στο πλευρό των Αγγλογάλλων. Η σύγκρουση τους έθεσε επί τάπητος το ζήτημα της συνταγματικής θέσης του θρόνου και έριξε τη χώρα στη χειρότερη πολιτική κρίση της ιστορίας της. Τελικά οι Δυνάμεις της Αντάντ παρενέβησαν χωρίς να πολυνοιαστούν για τους καλούς τρόπους που επιτάσσει το διεθνές Δίκαιο και το 1917 ο Κωνσταντίνος οδηγήθηκε σε αναγκαστική εξορία. Η Θεσσαλονίκη έπαιξε κάθε άλλο παρά αμελητέο ρόλο σ΄ αυτά τα γεγονότα καθώς το 1916 ο Βενιζέλος σχημάτισε δική του προσωρινή κυβέρνηση εκεί και η αντιπαλότητα της πόλης με την Αθήνα πήρε νέο θανάσιμο νόημα
[ Μ. Μazower , Θεσσαλονίκη, Πόλη των Φαντασμάτων, Χριστιανοί, Μουσουλμάνοι και Εβραίοι.














ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ

ΕΝΟΤΗΤΑ 34η



  1. Να σχολιάσετε σύντομα τους όρους: αρχή της αυτοδιάθεσης των λαών, συνθήκη του Νεϊγύ, Κοινωνία των Εθνών.


  1. Να χαρακτηρίσετε τις παρακάτω προτάσεις (σωστό/λάθος) και να αναδιατυπώσετε το περιεχόμενο των λανθασμένων:
    • Στο συνέδριο του Παρισιού κλήθηκαν να συζητήσουν νικητές και ηττημένοι.
    • Η συνθήκη των Βερσαλλιών υποχρέωνε τη Βουλγαρία να παραχωρήσει εδάφη της στη Ρουμανία και τη Σερβία.
    • Η Ελλάδα με τη συνθήκη του Νεϊγύ κέρδιζε την Ανατολική Θράκη.
    • Η Αυστροουγγαρία με τη συνθήκη του Αγίου Γερμανού οδηγούνταν σε διάλυση.
    • Με το τέλος του Α΄παγκοσμίου πολέμου η Ρηνανία και το Σάαρ δίνονταν στη Γαλλία, ενώ η Γερμανία υποχρεωνόταν να αφοπλιστεί.
    • Με τη συνθήκη των Σεβρών η Οθωμανική αυτοκρατορία οδηγούνταν σε αποσύνθεση.
    • Η Ιταλία παραχωρούσε τα Δωδεκάνησα στην Ελλάδα με τη συνθήκη των Σεβρών.
    • Η διοίκηση της περιοχής της Σμύρνης ύστερα από πέντε χρόνια θα καθοριζόταν με δημοψήφισμα.
    • Τα κράτη –μέλη της Κοινωνίας των Εθνών έπρεπε να συμμορφώνονται στις υποδείξεις που τους γίνονταν.
    • Η Ελλάδα μετά τον Α΄παγκόσμιο πόλεμο βγήκε ενισχυμένη όσο ποτέ άλλοτε στο παρελθόν.


       3)Να αντιστοιχίσετε τους όρους της στήλης Α με τους όρους της στήλης Β:

Συνθήκη ΒερσαλλιώνΣυρία, Λίβανος
Συνθήκη Σεβρώναρνησικυρία
Συνθήκη του Τριανόναποδυναμωμένη Ουγγαρία
Συνθήκη του Νεϊγύανεξάρτητο Κουρδιστάν και Αρμενία
Συνθήκη του Αγίου ΓερμανούΡηνανία, Σάαρ αποστρατιωτικοποιημένες ζώνες
Γαλλίαδημοψήφισμα
ΑγγλίαΑνατολική Θράκη
Ελλάδααποδυναμωμένη Βουλγαρία
ΣμύρνηΔιάλυση της Αυστροουγγαρίας
βέτοΜεσοποταμία, Παλαιστίνη, Ιορδανία
  


































ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΜΝΗΜΗΣ ΚΑΙ ΤΙΜΗΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΘΝΙΚΟΥΣ ΕΥΕΡΓΕΤΕΣ

Πανοσιολογιώτατε,

κ. Νομάρχη

κ. Δήμαρχε,

κ.κ. εκπρόσωποι των στρατιωτικών και εκπαιδευτικών αρχών,

Κυρίες και Κύριοι



Η σημερινή μέρα έχει οριστεί ως μέρα μνήμης και τιμής για τους εθνικούς ευεργέτες. Τους ανθρώπους που διαχρονικά από το περίσσευμα της αγάπης τους και το περίσσευμα ή το υστέρημα της περιουσίας τους στήριξαν την πατρίδα με δωρεές, κληροδοτήματα ή άλλες παροχές. Τιμούμε την αγαθοεργία προς την πατρίδα αλλά και προς το συνάνθρωπο. Την τιμούμε ως δράση, ως αποτέλεσμα αλλά κυρίως ως ιδέα, ως στοιχείο αναπόσπαστο της ψυχοσύνθεσης του Έλληνα στο πέρασμα των αιώνων. Είναι τεράστιο το μέγεθος και ο παλμός αυτής της κοινωνικής δράσης. Είναι κατάθεση ψυχής προς ένα Έθνος και έναν τόπο με μεγάλες πιεστικές ανάγκες σε δύσκολους, χαλεπούς καιρούς.

Ο θεσμός των «εθνικών κληροδοτημάτων’ εμφανίζεται στην ελληνική αρχαιότητα, συνεχίζεται στην εποχή του Βυζαντίου και παίρνει νέες διαστάσεις στη διάρκεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η ανάγκη για πνευματική αναβάθμιση του Γένους ώθησε, τότε, την Εκκλησία, αλλά και πολλούς εύπορους Έλληνες να δραστηριοποιηθούν για την ίδρυση σχολείων, τη μισθοδοσία εκπαιδευτικών, αλλά και την παροχή οικονομικής αρωγής σε εκείνους που είχαν μεγαλύτερη ανάγκη. Έλληνες της διασποράς πρωταγωνιστούν στο κίνημα του Νεοελληνικού διαφωτισμού με την ανέγερση σχολείων, την αποστολή βιβλίων, τη χορήγηση υποτροφιών, τη σύσταση φιλανθρωπικών και κοινωνικών ιδρυμάτων. Η έμπρακτη εκδήλωση φιλοπατρίας με πράξεις ευεργεσίας παίρνει ακόμη μεγαλύτερες διαστάσεις στα χρόνια της Εθνεγερσίας. Πλούσιοι ομογενείς συμπαρίστανται στην Πατρίδα που μάχεται και γίνονται αρωγοί στον αγώνα της Ελευθερίας. Η «Φιλική Εταιρεία», αλλά και πολλά από τα μέσα που χρησιμοποιούνται στους αγώνες του Έθνους χρηματοδοτούνται από αγωνιστές και εθνικούς ευεργέτες.

Η φιλοπατρία όμως εκφράζεται με πράξεις εθνικής ευεργεσίας και μετά την ίδρυση του Νεοελληνικού κράτους. Αποδεικνύονται, μάλιστα, οι πράξεις αυτές, βασική παράμετρος στην οικοδόμηση υποδομών υγείας, παιδείας και πολιτισμού.Οι ομογενείς, στους τόπους που βρέθηκαν και είχαν τις επαγγελματικές τους δραστηριότητες, πάλλονταν από τον πόθο να βοηθήσουν το χωριό τους, την πόλη τους, την Ελλάδα. Να κτίσουν το σχολειό, την εκκλησιά. Να δωρίσουν σε φιλανθρωπικά ιδρύματα, να φροντίσουν το ορφανό και το φτωχό. Οι παροικίες των Ελλήνων της Διασποράς (στην Τεργέστη, τη Βενετία, την Οδησσό, το Κάιρο, την Αλεξάνδρεια, τη Μασσαλία, το Λονδίνο, τη Ρωσία,το Λιβόρνο, τη Τεργέστη, τη Βλαχία, τη Μολδαβία) γίνονται σταδιακά βασικοί πόλοι ευεργετισμού προς την πατρίδα. Οι καραβοκύρηδες και οι έμποροι πρωτοστατούν. Πλούσια και επιφανή μέλη τους θέτουν στις πρώτες προτεραιότητές τους, την Ορθοδοξία, την παιδεία και τον πολιτισμό. Δεν μένουν όμως σ΄αυτά. Ιδρύουν ορφανοτροφεία, νοσοκομεία και γηροκομεία επιδιώκοντας να ανυψωθεί το επίπεδο ζωής των μελών της παροικίας αλλά και να κρατηθεί αλώβητος και να αναδειχθεί ο πολιτισμικός χαρακτήρας της κοινότητας. Συμβάλλουν ενεργά να εδραιωθεί το αίσθημα της εθνικής ταυτότητας στον παροικιακό χώρο. Ευεργετούν όμως και τις χώρες στις οποίες ζουν, δαπανώντας τεράστια ποσά και αφήνοντας ως κληρονομιά αθάνατα έργα στις χώρες που τους φιλοξενούν. Με τα κληροδοτήματά τους, τα λεγόμενα στη γλώσσα της εποχής «λάσα», Ηπειρώτες, Μακεδόνες, Θεσσαλοί, Πελοποννήσιοι, Αιγαιοπελαγίτες, Θρακιώτες βοήθησαν τους βασανισμένους τόπους τους και όλη τη Ρωμιοσύνη.

Όμως κεντρική θέση στην παράδοση της εθνικής ευεργεσίας κατέχει η Ήπειρος, η οποία ανέδειξε τους σπουδαιότερους ευεργέτες, γι’ αυτό και δίκαια αποκλήθηκε «εύανδρος». Δημιουργικοί Ηπειρώτες ξενιτεύτηκαν στα δίσεκτα χρόνια της σκλαβιάς. Παιδιά φτωχά οι περισσότεροι, μα προικισμένα, παρέμειναν στο σύνολό τους άγαμοι, έζησαν αφανείς, βιώνοντας έντονα τον έρωτα προς τη γενέθλια γη τους και τον αμέρωτο καημό να τη δουν μια μέρα ελεύθερη. Αυτοί οι απόδημοι Ηπειρώτες διατήρησαν εμπορικές σχέσεις και επικοινωνία με ολόκληρο τον τότε γνωστό κόσμο, ιδρύοντας παντού εμπορικά πρακτορεία, εμπορικούς και τραπεζικούς οίκους και στη συνέχεια νοσοκομεία και σχολεία. Οι οικονομικές και πνευματικές σχέσεις ήταν πιο στενές με την Ήπειρο και ιδιαίτερα με τα Γιάννενα, που έμοιαζαν περισσότερο με Ευρωπαϊκή παρά με τουρκοκρατούμενη πόλη. Μεγάλες δωρεές στήριξαν επί ολόκληρα χρόνια φιλανθρωπικά και εκπαιδευτικά ιδρύματα. Από τους απόδημους ηπειρώτες προήλθαν οι πιο μεγάλοι εθνικοί ευεργέτες: ο Γεώργιος Σίνας μέγας εθνικός ευεργέτης ανήγειρε και εξόπλισε το εθνικό αστεροσκοπείο και συνέβαλε αποφασιστικά στην ίδρυση της Εθνικής Τράπεζας. Χρηματοδότησε επίσης την ανέγερση του μητροπολιτικού Ναού της Αθήνας, του Οφθαλμιατρείου, του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου και της Ελληνικής Αρχαιολογικής Εταιρείας. Ο γιος του Σίμων Σίνας κτίζει και διακοσμεί το 1859 την Ακαδημία Αθηνών, αποπερατώνει το Μητροπολιτικό Ναό Αθηνών και το Αμαλίειο Ορφανοτροφείο. Μαζί με το Στέργιο Δούμπα χρηματοδοτεί το παγκόσμιου φήμης Μέγαρο Μουσικής στη Βιέννη και κτίζει νοσοκομεία, πτωχοκομεία και βρεφοκομεία στην ελληνική παροικία. Ο Μιχαήλ Τοσίτσας στα χρόνια της Επανάστασης εξαγόρασε πολλούς Έλληνες αιχμαλώτους των Τούρκων, τους σπούδασε στην Ευρώπη και τους αποκατέστησε επαγγελματικά στις επιχειρήσεις τους. Το πρώτο οργανωμένο συγκρότημα σχολείων της επαναστατημένης Ελλάδας, το ορφανοτροφείο της Αίγινας λειτούργησε με εκατοντάδες μαθητές, πρώην αιχμαλώτους που είχε εξαγοράσει ο Τοσίτσας από τα σκλαβοπάζαρα της Αλεξάνδρειας. Χρηματοδότησε επίσης την κατασκευή του Εθνικού Καποδιστριακού πανεπιστημίου και του Εθνικού Μετσόβειου Πολυτεχνείου. Ο Νικόλαος Στουρνάρας διέθεσε τεράστια ποσά για την ίδρυση της Γεωπονικής Σχολής. Ο Ε. και ο Κ. Ζάπας έχτισαν πολλά σχολεία στη Βόρειο Ήπειρο καθώς και το περίφημο Ζάππειο Μέγαρο στην Αθήνα. Ο Α. Αρσάκης διέθεσε μεγάλα ποσά για την ανέγερση και συντήρηση του Αρσάκειου Παρθεναγωγείου στην Αθήνα. Ο Ανδρέας Συγγρός βοήθησε για την ανέγερση του Δημοτικού θεάτρου Αθηνών, του θεραπευτηρίου «Ευαγγελισμός», των Μουσείων Ολυμπίας και Δελφών και του ομώνυμου νοσοκομείου λοιμωδών νόσων. Ο Γ. Αβέρωφ στήριξε οικονομικά την ελληνική κοινότητα της Αλεξάνδρειας, ενώ στην Αθήνα συνέβαλε στην αναμόρφωση του Παναθηναϊκού Σταδίου, όπου θα γίνονταν οι πρώτοι Ολυμπιακοί Αγώνες το 1896. Κτίζει τα Προπύλαια του Πανεπιστημίου, τη σχολή Ευελπίδων και τις φυλακές Αβέρωφ. Από το κληροδότημά του διατέθηκαν 2.500.000 χρυσές δραχμές για την αγορά του θρυλικού θωρηκτού Αβέρωφ, που μας χάρισε τη νίκη στους Βαλκανικούς πολέμους. Ο Α. Μπενάκης ενίσχυσε τον Μακεδονικό Αγώνα και ίδρυσε το ομώνυμο μουσείο. Οι αδερφοί Ριζάρη ίδρυσαν τη Ριζάρειο θεολογική σχολή. Οι αδελφοί Ζωσιμάδες ανέλαβαν τη συντήρηση της σχολής Μπαλάνου, ανέπτυξαν πρωτοφανή δραστηριότητα ενισχύοντας σχολεία και εκδίδοντας ελληνικά βιβλία των οποίων οι εκδόσεις μαζί με εκείνες της ελληνικής βιβλιοθήκης του Κοραή χρηματοδοτημένες από τους ίδιους, έφτασαν συνολικά τις 60.

Τα περισσότερα και πιο λαμπρά δημόσια κτήρια που χτίζονται στην Αθήνα, στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα οφείλονται σε εθνικούς ευεργέτες. Σχεδόν κάθε μεγάλο δημόσιο έργο στην Πρωτεύουσα έχει ένα δωρητή, έναν εθνικό ευεργέτη. Η νεοκλασική Αθηναϊκή τριλογία (εθνική βιβλιοθήκη, το πανεπιστήμιο και η Ακαδημία) το Μετσόβιο Πολυτεχνείο, το Αρχαιολογικό μουσείο, το μουσείο Μπενάκη, το Αστεροσκοπείο, το Οφθαλμιατρείο, το Παναθηναίκό Στάδιο, η Εθνική Πινακοθήκη, το Αρσάκειο, το Βαρβάκειο, το Μαράσλειο, η Ριζάριος Σχολή, η Σιβιτανίδειος, η πρώην Σχολή Ευελπίδων, η Σχολή Ναυτικών Δοκίμων, το Εθνικό Ωδείο και τόσα άλλα, κρατούν στη συλλογική μνήμη το καθένα κι από ένα όραμα ενός μεγάλου εθνικού ευεργέτη.

Από τον Καπλάνη, τους Ζωσιμάδες, τους αδελφούς Ριζάρη, τον Αρσάκη, τον Σταύρου, τον Τοσίτσα και τον Χατζηκώστα. Αλλά και στον Αβέρωφ, το Βαλλιάνο, τον Μπάγκα, το Μελά, το Συγγρό. Και ακόμη στον Χριστόπουλο, το Χατζηκυριάκο, το Στουρνάρα, τον Κότσικα. Αλλά και στον Τσιρόπουλο,τον Χαροκόπο, το Σούτσο, τον Ακρίτα, τον Ευγενίδη, τον Παπαστράτο, τους Μπενάκηδες, τον Αγγελόπουλο, και τόσους άλλους. Καθένας αποτελεί ένα όραμα, μια ισχυρή θέληση πρωτοβουλίας, μια προσωπική ιστορία, που συμπλέκεται με όλες τις άλλες διαμορφώνοντας τη μεγάλη, τη συνολική ιστορία του εθνικού ευεργετισμού, την ευγενέστερη έκφραση αγάπης για την Ελλάδα. Και είναι αυτή η ιστορία ατελεύτητη, καθώς δεν περιορίζεται μόνο στην εποχή που ο Ελληνισμός είχε αδήριτες ανάγκες. Συνεχίζεται και στη νεότερη ιστορία, με σημαντικές δράσεις που επιβεβαιώνουν τη θέληση Ελλήνων που ζουν, εργάζονται και μεγαλουργούν ώστε να συμβάλλουν στην πρόοδο του τόπου και στην ενίσχυση του Οικουμενικού Ελληνισμού. Συνεχίζεται από ιδρύματα, που αναπτύσσουν έντονη κοινωφελή και πολιτισμική δραστηριότητα. Αξίζει να αναφέρουμε και τους νεότερους. Ο βαθύπλουτος Σμυρνιός Α. Ωνάσης διέθεσε τεράστιο μέρος της περιουσίας του για την ίδρυση κοινωφελών ιδρυμάτων, μεταξύ των οποίων κυρίαρχη θέση κατέχει το «Ωνάσειο Καρδιοχειρουργικό Κέντρο». Ο Σ. Νιάρχος, ο Ι. Λάτσης, οι Βαρδινογιάννηδες, οι Αγγελόπουλοι στήριξαν σημαντικά το έθνος. Τέλος ιδιαίτερη μνεία πρέπει να κάνουμε στους τοπικούς ευεργέτες της πόλης μας:Ο Συρρακιώτης Χριστόφορος Ρίζος διέθεσε ένα ελαιοστάσιο πολλών στρεμμάτων για χρήση Νεκροταφείου. Ένα μεγάλο οικόπεδο επίσης, όπου κτίστηκε ο ναός της Αγίας Ειρήνης στον Ελαιώνα προέρχεται από το κληροδότημά του. Ο Σπυρίδων Μπαλτατζής, που πλούτισε στην Οδησσό της Ρωσίας κληροδότησε στη γενέτειρά του, το Συρράκο Ιωαννίνων, το αρχοντικό του σπίτι στην παραλία της Πρέβεζας, όπου σήμερα μετά από αναπαλαίωση λειτουργεί η καφετέρια «Ναυτίλος». Κληρονόμο της τεράστιας περιουσίας του όρισε το Ελληνικό Εθνικό Πανεπιστήμιο. Αρκετοί μαθητές της Πρέβεζας με καταγωγή από το Συρράκο έχουν πάρει υποτροφία από το κληροδότημά του.Πολλά επίσης άπορα κορίτσια έχουν προικοδοτηθεί. Ακόμη,ο Αναστάσιος Θεοφάνης υπήρξε ο μεγαλύτερος ευεργέτης της πόλης μας. Με τα χρήματα του κληροδοτήματός του αγοράστηκε οικόπεδο, όπου κτίστηκε η Θεοφάνειος Σχολή και καλύφθηκαν τα έξοδα λειτουργίας της για εκατό χρόνια από το 1814 μέχρι το 1917 που ξέσπασε η Ρωσική Επανάσταση. Ο Κ. Κολοβός άφησε κληροδότημα το διώροφο σπίτι στη Θεοφάνειο Σχολή. Ο Θεόδωρος Βαρζέλης άφησε σημαντικά ποσά στις εκκλησίες της Πρέβεζας και για την προικοδότηση απόρων κοριτσιών. Ευεργέτες της πόλης μας υπήρξαν επίσης ο Αν. Καλός, ο Αθ. Αθανασιάδης, ο Καίσαρ Κονεμένος, ο Απόστολος Ρίζος, ο Χαράλαμπος Καστάνης, ο Σπυρίδων Καραμάνης, η Ελένη Ποταμιάνου, ο Χρήστος Μακρυγιάννης οι οποίοι έγραψαν κι αυτοί τη δική του σελίδα ο καθένας στην ιστορία του ευεργετισμού.

Κι ερχόμαστε στη σημερινή εποχή. Ο μόνος τρόπος προκειμένου να υπάρξει συνέχεια του Εθνικού ευεργετισμού είναι η συλλογική μνήμη. Η μνήμη περιέχει το σεβασμό στο παρελθόν. Μόνο αν τιμήσουμε το παρελθόν μας μπορούμε να θωρακίσουμε το μέλλον μας. Καλούμαστε να διοχετεύσουμε στα παιδιά μας το αίσθημα αυτό της προσφοράς για την προαγωγή της πατρίδας μας, μέσα από την καλύτερη, κατά το δυνατόν διαχείριση των περιουσιών και υλοποίηση της βούλησης των Εθνικών μας Ευεργετών. Η συλλογική μνήμη είναι άμυνα. Άμυνα ενάντια στην παγκοσμιοποίηση. Άμυνα ενάντια στην αποξένωση των ανθρώπων.

Προβάλλουμε σήμερα το παράδειγμα όλων εκείνων που έμειναν αθάνατοι στις μνήμες μας από την προσφορά τους στο κοινωνικό σύνολο, σε μια εποχή δύσκολη, όπως η σημερινή που η χώρα μας δοκιμάζεται από μεγάλη οικονομι

κή κρίση, σε μια εποχή που κυριαρχεί η υποκρισία και η αδιαφορία για τον πάσχοντα συνάνθρωπό μας. Σήμερα, εποχή ραγδαίων εξελίξεων και αντιπαραθέσεων είναι αναγκαία η σύνδεση των ιδεών, η συνένωση των δυνάμεων, ο συντονισμός των προσπαθειών σε κοινούς στόχους. Είναι αναγκαία η διασφάλιση μιας πολυδιάστατης ανάπτυξης, η στρατηγική της ενότητας, η αύξηση της απασχόλησης, η άνοδος του βιοτικού επιπέδου, η βελτίωση της ποιότητας ζωής για όλους τους πολίτες. Είναι αναγκαία η ανάπτυξη μιας κοινωνικής επιχειρηματικότητας, η ενσωμάτωση δράσεων κοινωνικής συνεισφοράς. Κλάδοι, όπως ο τραπεζικός, ο κατασκευαστικός, ο τηλεπικοινωνιακός και κυρίως αυτός της ποντοπόρου ναυτιλίας συσσωρεύουν κέρδη και τεχνογνωσία, τμήμα των οποίων πρέπει να διοχετευθεί στην κοινων ία με περιβαλλοντικές και κοινωνικές δράσεις, όχι συγκυριακού χαρακτήρα. Στόχος της πολιτείας και των ιδιωτών θα πρέπει να αποτελεί η διασφάλιση μιας καλύτερης ποιότητας ζωής για όλους τους πολίτες. Καλούμαστε να ακολουθήσουμε το παράδειγμα των εθνικών ευεργετών και να βάλουμε ο καθένας μας,όσο μπορεί, το δικό του λιθαράκι συνεισφοράς για την αναβάθμιση και την ανάπτυξη του τόπου. Γι’ αυτό, αν θέλουμε πραγματικά να δικαιώσουμε το σκοπό της παρουσίας μας στη ζωή, δεν έχουμε παρά να αναβαπτισθούμε στα νάματα του γνήσιου θεοκεντρικού ανθρωπισμού και της αγάπης προς την πατρίδα, όπως έκαναν οι Εθνικοί Ευεργέτες. Μονάχα έτσι μπορούμε να πούμε ότι ζούμε αυθεντικά, υπεύθυνα κι ανθρώπινα. Αποδίδουμε τιμή και ευγνωμοσύνη στους αθάνατους ευεργέτες της πατρίδας μας. Αιωνία η μνήμη τους.